Τα παιδιά δεν είναι προγραμματισμένα σαν ρομπότ, με αποτέλεσμα να κάνουν λάθη ή για να το θέσουμε πιο ορθά να μην κάνουν πάντα αυτό που θεωρούμε ως «σωστό». Πως αντιδρούν όμως στις φωνές μας;
Συχνά η καθημερινή κούραση, η απαιτητική καθημερινότητα και τα νεύρα οδηγούν εμάς τους ενήλικες σε μία έντονη αντίδραση και στο να φωνάζουμε στα παιδιά. Μπορεί εμείς να νιώθουμε μία εκτόνωση εκείνη τη στιγμή (έστω κι έμμεσα), αλλά πως αισθάνεται ένα παιδί όταν του φωνάζεις και τι «γράφουν» οι φωνές μέσα στην ψυχή του;
Αξίζει να αναφέρουμε την έρευνα των Πανεπιστημίων του Pittsburgh και Michigan, σύμφωνα με την οποία «παιδιά των οποίων οι γονείς χρησιμοποιούν φωνές και σκληρές λεκτικές επιπλήξεις, τείνουν να αυξάνουν τα προβλήματα συμπεριφοράς τους ενώ τα παιδιά βιώνουν αργότερα συμπτώματα κατάθλιψης». Με τη συγκεκριμένη έρευνα συμφωνούν κι αρκετοί ψυχολόγοι, οι οποίοι πιστεύουν πως τα παιδιά που πέφτουν θύματα λεκτικής βίας από τους γονείς τους είναι πολύ πιθανό να εμφανίσουν κατά την εφηβεία τόσο ψυχολογικά θέματα όσο και προβλήματα συμπεριφοράς, όπως αδιαφορία στο σχολείο, καταφυγή στα ψέματα, κλοπές, εκρήξεις θυμού, συμπλοκές με άλλα παιδιά κλπ.
Είχαμε διαβάσει τη συμβουλή ενός ψυχολόγου, ο οποίος έγραψε πολύ εύστοχα «Γίνετε υπεράνθρωποι και μη φωνάζετε στα παιδιά». Αρχικά λοιπόν έχει σημασία να διαχειριζόμαστε την έντασή μας, ακόμη και στον τόνο της φωνής τον οποίο αντιλαμβάνονται από βρέφη.
Τώρα στην περίπτωση που έχουμε ήδη φωνάξει, συστήνεται να ζητήσουμε συγγνώμη, να διαβεβαιώσουμε το παιδί για την αγάπη μας χωρίς όρια και να του εξηγήσουμε την κούραση ή την αιτία των νεύρων μας.
Οι ειδικοί τονίζουν πως ο μοναδικός λόγος για τον οποίο δικαιολογούνται οι φωνές, είναι στο ενδεχόμενο ενός πραγματικού κινδύνου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ότι μπορεί να δούμε τα αδέρφια να τσακώνονται μεταξύ τους ή το ένα να ασκεί βία στο άλλο. Τότε ναι, φωνάζουμε προειδοποιητικά και μετά κάνουμε μία αναλυτική συζήτηση σχετικά.