Με την επιστροφή των παιδιών στο σχολείο και με την αλλαγή της εποχής, λίγο πριν υποδεχθούμε τον χειμώνα, ο εμβολιασμός μοιάζει πιο επίκαιρος από ποτέ.
Στην Ελλάδα τα ποσοστά εμβολιασμού των παιδιών παραμένουν υψηλά. Μάλιστα είναι υψηλότερα από το μέσο όρο των εμβολιασμών στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο το αντιεμβολιαστικό κίνημα έχει δημιουργήσει μία τάση αποτροπής των γονέων από τον εμβολιασμό των παιδιών τους.
Πριν απο αρκετά χρόνια ένας Βρετανός γιατρός δημοσίευσε μια έρευνα που συνέδεε το εμβόλιο MMR με τον αυτισμό. Η μελέτη αυτή ήταν ψευδής και τα δεδομένα της πλαστά. Από τότε η μελέτη αποσύρθηκε, ο δε γιατρός έχασε την άδειά του και τιμωρήθηκε. Από τη συγκεκριμένη ψευδή δημοσίευση ξεκίνησε αυτό που σήμερα ονομάζουμε «αντιεμβολιαστικό κίνημα».
Στο σημείο αυτή αξίζει να τονίσουμε ότι τα εμβόλια βρίσκονται υπό διαρκή παρακολούθηση από τη στιγμή που θα βγουν στην ιατρική αγορά. Αυτό σημαίνει ότι ελέγχονται με πολλαπλούς τρόπους πριν δοθούν σε κυκλοφορία, ενώ παρακολουθούνται και μετά τη διάθεσή τους με καταγραφή κάθε ανεπιθύμητης ενέργειας.
Ο εμβολιασμός των παιδιών (με ελάχιστες εξαιρέσεις) ξεκινάει από την ηλικία των 2 μηνών. Αυτό ισχύει για όλα τα παιδιά, πρόωρα ή μη. Οι νόσοι που προλαμβάνονται απο το σύνολο των εμβολίων που προσφέρει το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών μπορούν να προκαλέσουν απο σοβαρή νόσο έως τον θάνατο.
Τα εμβόλια δε θωρακίζουν το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, αλλά παράγουν αντισώματα κάνοντας το ανοσοποιητικό μας να πιστέψει πως έχει προσβληθεί απο μια νόσο. Όταν ένας ιός μεταλλάσσεται το εμβόλιο μπορεί να είναι λιγότερο έως και καθόλου αποτελεσματικό, καθώς ο «στρατός αντισωμάτων» που δημιουργεί δεν είναι ο κατάλληλος για τον νέο ιό. Γεγονός που συμβαίνει κάποιες φορές με το εμβόλιο της γρίπης.
Οι γονείς πρέπει να κάνουν στα παιδιά όλα τα εμβόλια που συστήνει το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Τα προγράμματα διαφέρουν από χώρα σε χώρα, ανάλογα με την επιδημιολογία των μικροβίων.